Close

Γυναίκες με ΔΕΠΥ: Αγκαλιάζοντας τη διαφορετικότητα

Γυναίκες με ΔΕΠΥ: Αγκαλιάζοντας τη διαφορετικότητα

Η έρευνα έχει δείξει ότι η ΔΕΠΥ έχει νευροβιολογική προέλευση κι εκδηλώνεται με ορισμένα πυρηνικά συμπτώματα, όπως η απροσεξία, η αποδιοργάνωση, η παρορμητικότητα και η υπερκινητικότητα ή εσωτερική ανησυχία. Οι κλινικοί γιατροί χρησιμοποιούν ειδικά διαγνωστικά κριτήρια για την αξιολόγηση και τη διάγνωσή της. Όσο γνωρίζουμε καλύτερα τη διαταραχή όμως, βλέπουμε ότι διαφορετικοί άνθρωποι εκδηλώνουν συμπτώματα με διαφορετικούς τρόπους. Μερικά άτομα παρουσιάζουν υψηλότερα επίπεδα υπερκινητικότητας ή ανησυχίας, ενώ άλλοι παλεύουν περισσότερο με σοβαρή, χρόνια αποδιοργάνωση.

Ποιοι παράγοντες προκαλούν αυτές τις διαφορές; Γίνεται όλο και πιο εμφανές ότι η σοβαρότητα και το είδος των συμπτωμάτων εξαρτάται από ποικίλους παράγοντες, γενετικούς, βιολογικούς, περιβαλλοντικούς, κλπ. Ένας τομέας αυξημένου επιστημονικού ενδιαφέροντος είναι και η μελέτη του πόσο διαφορετικά εκδηλώνεται η διαταραχή στα δύο φύλα. Καθώς αυξάνουν οι έρευνες, καταδεικνύονται κάποιες έντονες διαφοροποιήσεις των συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ μεταξύ ανδρών και γυναικών.

Όσοι από εμάς ασχολούμαστε με τη ΔΕΠΥ παθιαζόμαστε. Αναζητούμε διαρκώς τρόπους διάγνωσης, αποτελεσματικής αντιμετώπισης και υποστήριξης όλων αυτών που ζουν με τη διαταραχή. Ως ενήλικας με ΔΕΠΥ, γονέας ενήλικης πια κόρης με ΔΕΠΥ, αλλά και ως επαγγελματίας που εργάζεται με ανθρώπους που έχουν ΔΕΠΥ, σίγουρα ανήκω σ’ αυτήν την κατηγορία. Αυτό είναι το πάθος μου για πάνω από μια δεκαετία.

Είναι συναρπαστικό να βλέπω να αυξάνεται η έρευνα που εστιάζει στα κορίτσια και τις γυναίκες με ΔΕΠΥ. Αρχίζουμε να διαπιστώνουμε, πέρα από τις κοινωνικές επιρροές, και τις επιπτώσεις των ορμονικών διακυμάνσεων και της γενετικής. Τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν πολλά απ’ όσα ήδη υποψιαζόμασταν: Υπάρχει σημαντικά μεγαλύτερη επιβάρυνση και υψηλότερος κίνδυνος αρνητικών επιπτώσεων για τα κορίτσια και τις γυναίκες με ΔΕΠΥ.

Κατανοώντας το γυναικείο εγκέφαλο

Γιατί παρατηρούμε αυτές τις διαφορές; Νέα στοιχεία που έρχονται στο φως υποστηρίζουν τη θεωρία των βιολογικής φύσεως διαφορών στον αρσενικό και το θηλυκό εγκέφαλο.

Στο βιβλίο της «Ο γυναικείος εγκέφαλος», η Louann Brizendine, MD, αναφέρει ότι οι γενετικές διαφορές παίζουν καταλυτικό ρόλο στις διαφοροποιημένες γνωστικές αντιλήψεις, συναισθηματικές αντιδράσεις και συμπεριφορές. Η έρευνα έχει εντοπίσει πραγματικές διαφορές στη νευροδιαβίβαση μέσω των συνάψεων, στην εξάλειψη νευραξόνων κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης για την εκλέπτυνση της εξειδίκευσης των νευροαξονικών προβολών ή στις αλλαγές κατά τη διάρκεια της βιολογικής ανάπτυξης και της εξέλιξης των δύο φύλων. Φυσικά, οι διαφορές συμπεριφοράς ανάμεσα στα δυο φύλα δεν ήταν άγνωστες σε γονείς και επαγγελματίες, εδώ και πολλές γενιές. Τα αγόρια, για παράδειγμα. τείνουν να είναι σωματικά πιο δραστήρια, πιο επιθετικά . Χαρακτηρίζονται συνήθως από περισσότερη δράση και λιγότερα λόγια.

Αν και μερικοί μπορεί να ισχυρίζονται ότι μόνο κοινωνιολογικής φύσεως παράγοντες και επιδράσεις προκαλούν αυτές τις διαφορετικές συμπεριφορές, η Brizendine αποδίδει την αιτία σε νευρολογικές διαδικασίες. Αναλύοντας την επικοινωνία με βάση το φύλο, για παράδειγμα, δηλώνει ότι τα κορίτσια και οι γυναίκες έχουν την τάση να επικοινωνούν με πολλούς ελιγμούς, ενώ οι άνδρες με έναν πιο άμεσο τρόπο.

Η ίδια δεν ασχολείται με τη ΔΕΠΥ και ούτε καν την αναφέρει στο βιβλίο της, αυτό όμως ειδικά το σημείο είναι σαφές. Ανδρικοί και θηλυκοί εγκέφαλοι ΔΙΑΦΕΡΟΥΝ βιολογικά, από τη στιγμή της γονιμοποίησης μέχρι το θάνατο. Θα τολμούσα να πω ότι αυτό δεν αποτελεί έκπληξη για τους περισσότερους από εμάς.

Γιατί λοιπόν συνεχίζουμε να διερευνούμε τη ΔΕΠΥ στις γυναίκες; Επειδή και οι ανάγκες τους είναι διαφορετικές κι επειδή πρέπει τα νέα βιολογικά στοιχεία να γνωστοποιηθούν σε επαγγελματίες υγείας, ψυχικής υγείας, γονείς και εκπαιδευτικούς.

Αμέτρητες γυναίκες βασανίζονται για χρόνια, περισσότερο απ’ ότι χρειάζεται, λόγω έλλειψης πληροφοριών. Αναρωτιούνται μέρα με τη μέρα για νευροβιολογικής φύσεως συμπεριφορές τους, που μπορούν να χαρακτηριστούν από τους άλλους ως τεμπελιά, έλλειψη κινήτρων, χαμηλή νοημοσύνη, ή ακόμα και ελαττώματα, σαν να πρόκειται για επιλογή τους.

Το ξέρω αυτό από πρώτο χέρι, έχοντας ζήσει για πολλά χρόνια με αυτές τις σκέψεις ή ακούγοντας τις κριτικές των άλλων. Αυτό κράτησε μέχρι τη στιγμή που η κόρη μου άρχισε να παλεύει, σαν παιδί, σε κοινωνικό επίπεδο, γιατί με έσπρωξε ν’ αρχίσω να ψάχνω για να καταλάβω αυτά τα ζητήματα που σχετίζονταν με την ανάπτυξη της.

Διαφορετικές προκλήσεις

Ως αδηφάγος αναγνώστης, γρήγορα ανακάλυψα το πρωτοποριακό έργο των Patricia Quinn, Kathleen Nadeau και Sari Solden. Τα κείμενά τους, καθώς και οι ιστοσελίδες και τα chat forums για γυναίκες με ΔΕΠΥ, που όλο και αυξάνονταν, ήταν για μένα ανεκτίμητη βοήθεια. Επιβεβαίωναν ότι η ΔΕΠΥ στις γυναίκες ήταν μια πραγματικότητα. Ωστόσο, εξακολουθούσε να υπάρχει μια αίσθηση απομόνωσης. Φάνηκε ότι το θέμα συζητιόταν μόνο ανώνυμα και διαδικτυακά.

Άρχισα να αναζητώ επαγγελματική και εκπαιδευτική υποστήριξη, όπως η Ψυχοεκπαίδευση. Η κόρη μου έχει δυσλεξία, για την οποία είχε την κατάλληλη βοήθεια. Παρά το γεγονός ότι πολλά από τα συμπτώματά της έμοιαζαν με ΔΕΠΥ, δεν υπήρχαν ικανοποιητικές απαντήσεις σχετικά με τη θεραπεία της ή υποστήριξη για τις συνεχιζόμενες προκλήσεις της.

Μερικοί από τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας στους οποίους απευθύνθηκα, παρ’ ότι ισχυρίζονταν ότι ήταν εμπειρογνώμονες στο θέμα της ΔΕΠΥ, δεν ήξεραν το πώς επηρεάζει τις γυναίκες η διαταραχή. Οι γνωμοδοτήσεις τους ανέφεραν ότι δεν υπήρχαν ενδείξεις κατάθλιψης ή άγχους, ότι το παιδί είχε την απαραίτητη στήριξη στο σχολείο και ως εκ τούτου δεν υπήρχαν «προβλήματα».

Άρχισα να βλέπω όλο και περισσότερα ανησυχητικά σημάδια. Η κόρη μου τα πήγαινε πολύ καλά με πολλά ηλικιωμένα άτομα αλλά και με μικρότερα παιδιά. Είχε πολλές πραγματικές δεξιότητες, ήταν εξαιρετικά εργατική με εκατοντάδες ώρες εθελοντικής δουλειάς, καλλιτεχνική φύση κι επιπλέον καλλίφωνη. Είχε, ωστόσο, προβλήματα φιλίας. Οι φιλίες της ήταν σύντομες, γιατί πάντα θα έλεγε ή θα έκανε κάτι που θα απομάκρυνε τους άλλους. Τις περισσότερες φορές δε γνωρίζαμε το λόγο. Πολλές φορές η απόρριψη έμοιαζε αφόρητη. Αν και ποτέ δεν εγκατέλειψε τις προσπάθειες να ταιριάξει με τα άλλα κορίτσια, δε θα ήταν ποτέ σε θέση να χειριστεί με επιτυχία τις πολύπλοκες κοριτσίστικες σχέσεις και να επιβιώσει στο ναρκοπέδιο των «κακών κοριτσιών».

Συνέχισα να διερευνώ τη ΔΕΠΥ και να αναζητώ υποστήριξη. Κάθε αναφορά στη βιβλιογραφία, σχετικά με το πώς επηρεάζει τις γυναίκες, εστίαζε συνήθως στον «απρόσεκτο τύπο». Το μικρό κορίτσι ή η νεαρή κοπέλα που χάνεται στη δική της εσωτερική ανησυχία. Η «ήσυχη μαθήτρια» που δεν έχει προβλήματα συμπεριφοράς. Το κορίτσι που είναι αόρατο και συνήθως δεν διαγιγνώσκεται μέχρι τουλάχιστον τα εφηβικά της χρόνια, αν είναι τυχερό και διαγνωσθεί. Αυτό προφανώς δεν ήταν το παιδί μου. Δεν ήμουν επίσης ούτε εγώ, αλλά ούτε και η μητέρα μου.

Ξεχασμένη και κακοχαρακτηρισμένη

Είναι σημαντικό να καταλάβουμε τις διαφορές μεταξύ των τριών τύπων της ΔΕΠΥ, που διακρίνουμε μέχρι σήμερα, και πώς τα κορίτσια, που ανήκουν κυρίως στον «απρόσεκτο τύπο», δεν τραβούν συνήθως την προσοχή. Έχουν την τάση να κλείνονται στον εαυτό τους, να προσαρμόζονται και να κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να αντισταθμίσουν αυτό που και τα ίδια θεωρούν μειονέκτημα. Δουλεύουν όλη τη νύχτα για να τελειώσουν εργασίες που συνομήλικοί τους έχουν κάνει πολύ πιο γρήγορα. Έχουν άγχος, στενοχωριούνται, ψάχνουν εναγωνίως να δουν πως θα τα βγάλουν πέρα ή ακόμη και να είναι «τέλεια». Συχνά είναι οι χειρότεροι κριτές του εαυτού τους. Κανείς δε μπορεί να καταλάβει τον αγώνα που κάνουν να συμβαδίσουν με τους συμμαθητές τους αλλά και με τις ίδιες τις προσδοκίες τους.

Η θεραπευτική παρέμβαση είναι ζωτικής σημασίας γι αυτές τις γυναίκες, γιατί η ΔΕΠΥ επηρεάζει όλους τους τομείς της ζωής τους. Δυστυχώς όμως θα διαγνωστούν, κι αυτό αν είναι τυχερές, πολύ αργότερα από εκείνους που έχουν το συνδυασμένο τύπο της ΔΕΠΥ.

Κατά μια ειρωνεία της τύχης, τα κορίτσια με συνδυασμένο τύπο ΔΕΠΥ επίσης αγνοούνται συνήθως, παρόλο που κάνουν την παρουσία τους ιδιαίτερα αισθητή. Είναι θορυβώδη, αποδιοργανωμένα, συναισθηματικά ασταθή, υπερκινητικά και παρορμητικά. Δεν τα αγνοεί κανείς αλλά μπορεί να μη διαγνωστούν σωστά και να χαρακτηριστούν λανθασμένα ως αγοροκόριτσα, ταραξίες, ή «άγρια» κορίτσια. Μπορεί επίσης η συμπεριφορά τους να αποδοθεί σε άλλες ψυχιατρικές ασθένειες.

Παρά το γεγονός ότι δεν είναι θωρακισμένα στις διαταραχές άγχους και συναισθήματος, τα κορίτσια με συνδυασμένο τύπο ΔΕΠΥ διατρέχουν κίνδυνο και για άλλου είδους προβλήματα σε σύγκριση με αυτά που εμφανίζουν τον τύπο απροσεξίας μόνο. Εμφανίζουν μη αποδεκτές συμπεριφορές και υποφέρουν κοινωνικά. Τα συγκεκριμένα κορίτσια δεν κάθονται ήσυχα. Επιδεικνύουν καθημερινά στο περιβάλλον τους τις νευροβιολογικές τους … ανεπάρκειες. Έχοντας το συνδυασμένο τύπο ΔΕΠΥ, μπορεί να είναι αυταρχικά ή απαιτητικά και να αντιμετωπίζουν σχόλια και απόρριψη από τους συνομηλίκους τους . Σύμφωνα με τον ψυχολόγο Stephen Hinshaw, τα κορίτσια με αυτά τα χαρακτηριστικά τείνουν να είναι τα λιγότερο δημοφιλή μεταξύ των συμμαθητών τους. Αυτό μπορεί να τους προκαλέσει σύγχυση και συναισθηματική επιβάρυνση, που όμως μάλλον δεν θα τη δείξουν. Επειδή όμως γενικά τα κορίτσια έχουν την τάση να εξωτερικεύουν αυτά που νιώθουν, μπορεί να γίνουν πιο αντιδραστικά ενισχύοντας έτσι το φαύλο κύκλο της αποξένωσης.

Λόγω της μεγάλης πιθανότητας που έχουν να μην πάρουν σωστή διάγνωση και θεραπεία, τα συμπτώματα και οι προκλήσεις συνεχίζουν να υπάρχουν στην εφηβεία και την ενήλικη ζωή. Αν λάβουμε υπόψη τις έρευνες που δείχνουν ότι η ΔΕΠΥ είναι χρόνια διαταραχή και συνεχίζει στην ενήλικη ζωή κατά ένα ποσοστό 60%-70%, τότε καταλαβαίνετε ότι το ποσοστό αυτό είναι μάλλον συντηρητικό, αφού πολλές γυναίκες δεν πήραν ποτέ τη σωστή διάγνωση

Τα κορίτσια με ΔΕΠΥ μπορεί να είναι παρορμητικά και ανήσυχα, όμως είναι και συχνά αφελή στον τρόπο σκέψης τους. Τείνουν να εμπιστεύονται πολύ τους άλλους, ενώ παράλληλα παλεύουν με ένα αίσθημα ότι δεν ανήκουν πουθενά. Αυτό αυξάνει τον κίνδυνο να εμπλακούν σε επικίνδυνες συμπεριφορές, π.χ. πρόωρη σεξουαλική δραστηριότητα, ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, πειραματισμό με ουσίες ή παραβατική συμπεριφορά. Συναισθηματικά, τα κορίτσια και οι γυναίκες με ΔΕΠΥ έχουν διάφορες εξάρσεις που οφείλονται στη χαμηλή ανοχή τους στο στρες και στην απογοήτευση.

Ο Russell Barkley και άλλοι ειδικοί στη διαταραχή λένε ότι τα άτομα με ΔΕΠΥ υπολείπονται σε συναισθηματική και εγκεφαλική ωρίμανση από τους συνομηλίκους τους. Αυτή η νευροβιολογική ανεπάρκεια μεγεθύνει τις συναισθηματικές αντιδράσεις στο γυναικείο φύλο, μαζί με την παρορμητικότητα και τα άλλα συμπτώματα. Είναι, κατά μία έννοια, ένα διπλό πρόβλημα

Επιπλέον, τα άτομα με ΔΕΠΥ έχουν συχνά προβλήματα αυτο-αντίληψης. Δεν βλέπουν τον εαυτό τους όπως τον βλέπουν οι άλλοι και βιώνουν, κατά κάποιον τρόπο, μια ψευδαίσθηση. Μπορεί δηλαδή να είναι απολύτως πεπεισμένα ότι τα πράγματα πάνε καλύτερα από ό, τι πραγματικά είναι.

Αυτή η ψευδαίσθηση δεν είναι μόνον απλοϊκή σκέψη ή αισιοδοξία. Είναι σοβαρή και πρόκειται για εσφαλμένη εκτίμηση των συμπεριφορών και των επιδόσεων. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αλαζονικούς βερμπαλισμούς και κατ’ επέκταση στην αποξένωση και στην έκθεση σε κινδύνους ή ακόμη και στο να νιώθει κάποιος ανίκητος. Αν σ’ ένα κορίτσι συνυπάρχουν μαθησιακές διαταραχές ή αντιληπτικές διαφορές, αυτό θα να ζει με μεγαλύτερη συνολική λειτουργική ανεπάρκεια, ενώ ταυτόχρονα δε θα έχει συναίσθηση της διαταραχής και των συμπτωμάτων της.

Διακρίνοντας κι αγκαλιάζοντας τη διαφορετικότητα

Πολλοί κλινικοί γιατροί που αξιολογούν κορίτσια ή γυναίκες με ΔΕΠΥ μπορεί να διαπιστώνουν συμπεριφορές όπως φυγή, θυμός και συναισθηματικές εξάρσεις, σεξουαλική ασυδοσία, καταχρήσεις, διατροφικές διαταραχές, κατάχρηση ουσιών ή άλλες παθολογικές συμπεριφορές και στη συνέχεια να κάνουν μια διάγνωση άσχετη με τη ΔΕΠΥ. Δεν είναι ασυνήθιστο κορίτσια ή γυναίκες με ΔΕΠΥ συνδυασμένου τύπου να διαγνωστούν με κατάθλιψη, διπολική διαταραχή, διαταραχή άγχους, ή οριακή διαταραχή της προσωπικότητας.

Το επίπεδο των επιπτώσεων, πόσο μάλλον της πιθανής συννοσηρότητας της ΔΕΠΥ σε κορίτσια και γυναίκες δεν είναι γνωστό, ακόμη και σε ειδικούς στον τομέα της ψυχικής υγείας. Η έρευνες δείχνουν ΔΕΠΥ σε περισσότερες γυναίκες απ’ ότι πίστευαν κάποτε, έστω και αν δεν έχουν διαγνωστεί επίσημα. Οι νευροβιολογικές διαφορές εγγίζουν όλους τους τομείς και τα αναπτυξιακά στάδια της ζωής των γυναικών, τις σπουδές, τις κοινωνικές και διαπροσωπικές σχέσεις, τα οικονομικά, την υγεία, την καριέρα, και την ανατροφή των παιδιών.

Όταν αυτά τα κορίτσια γίνονται γυναίκες καλούνται να ανταποκριθούν σε όλες τις κοινωνικές και επαγγελματικές απαιτήσεις. Η επιτυχία απαιτεί αυτοπεποίθηση, υψηλή ανοχή στην απογοήτευση, αυτονομία, οργανωτικές δεξιότητες, – όλους δηλαδή αυτούς τους τομείς που αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Η γυναίκα με ΔΕΠΥ καλείται να προσδιορίσει τους τομείς αδυναμίας της και να αναζητήσει υποστήριξη. Αυτό, βέβαια, είναι μια σημαντική πρόκληση γι αυτήν που η προσοχή της αποσπάται εύκολα, είναι παρορμητική, και υστερεί σε διορατικότητα και αυτογνωσία.

Ίσως να πρέπει να εργαστεί για πρώτη φορά. Οι απαιτήσεις του σημερινού χώρου εργασίας είναι μεγαλύτερες από ποτέ, με ανθρώπους που είναι υπεύθυνοι για όλο και πιο βαρύ φόρτο εργασίας. Αυτή η κατάσταση μπορεί να είναι συντριπτική, στρεσογόνος και να τροφοδοτήσει τις προκλήσεις της ΔΕΠΥ. Ως θεραπεύτρια, έχω δει πολλές γυναίκες να αγωνίζονται με τη δουλειά τους. Αυτές που έχουν συνδυασμένο τύπο ΔΕΠΥ τείνουν να είναι φλύαρες ή να θέλουν υπέρ το δέον να προσφέρουν «χέρι βοήθειας». Αυτό μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα με συναδέλφους, κ.α. χειρότερα. Μπορεί να λένε το λάθος πράγμα σε λάθος ώρα, να γίνουν συναισθηματικά ευάλωτες μπροστά στο αφεντικό, να αγνοούνται στις προαγωγές ή ακόμη και να απολυθούν. Στην ακαδημαϊκή τους εξέλιξη ή στην επαγγελματική τους κατάρτιση πάλι μπορεί να έχουν περιορισμένες επιλογές.

Όταν οι γυναίκες με ΔΕΠΥ γίνουν μητέρες, τότε έρχονται τα πιο δύσκολα. Εξ ορισμού, ο ρόλος της μητέρας κινείται σε περιοχές που εντοπίζονται και οι περισσότερες αδυναμίες της ΔΕΠΥ. Δεν υπάρχει εκπαιδευτικό πρόγραμμα ή εγχειρίδιο οδηγιών, υπάρχουν όμως πολλές προσδοκίες για το τι κάνει κάποια μια “καλή μητέρα” . Καλούνται λοιπόν αυτές οι γυναίκες όχι μόνον να έχουν μια παραγωγική καθημερινή ρουτίνα, αλλά και να τη δημιουργούν οι ίδιες μέρα, με τη μέρα. Οι μητέρες με ΔΕΠΥ μπορεί να βασανίζονται από ντροπή, ενοχές και μια βαθιά αίσθηση της απομόνωσης.

Οι έρευνες που γίνονται σε γυναίκες με ΔΕΠΥ είναι κάτι το ενδιαφέρον και συναρπαστικό, αλλά, δυστυχώς, είναι ακόμα στα σπάργανα. Τους οφείλουμε όμως να διαδώσουμε τη γνώση και να εκπαιδεύσουμε κι άλλους σ’ αυτόν τον τομέα. Ελπίζω ότι κάποια μέρα, σύντομα, ως επαγγελματίες να μπορούμε να πούμε με ειλικρίνεια … «Ναι, έχετε ΔΕΠΥ. Ναι, είναι διαφορετική για σας. Ναι, μπορούμε να σας βοηθήσουμε.»

Kari Dossett, LCSW

Κλινική Ψυχολόγος

Πηγή: CHADD

Απόδοση στα Ελληνικά, Ελένη Τσαμούρα, Εκπαιδευτικός

Κοινοποίηση
    wpChatIcon
    Μετάβαση στο περιεχόμενο